Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2010

Είμαστε ή δεν είμαστε «χρεωκοπημένη χώρα»;


Το μεγάλο ερώτημα που θέτει ο τρόπος διαχείρισης της υπόθεσης του ελλείμματος είναι, αν το Μνημόνιο προκλήθηκε από την προπεριγραφόμενη άφρονα διαχείριση της κατάστασης από την κυβέρνηση Παπανδρέου ή, αντιθέτως, προκλήθηκε από άλλους λόγους. Η απάντηση, προφανής για όποιον θέλει να μείνει προσηλωμένος στα γεγονότα, είναι ότι το Μνημόνιο ούτε αναγκαίο κακό ήταν, ούτε αναπόφευκτο, ακόμη και την ύστατη στιγμή.

Το σημαντικότερο ερώτημα που τίθεται, όμως, για την πλήρη ηθική και πολιτική απονομιμοποίηση του Μνημονίου, είναι το αν η χώρα ήταν ούτως η άλλως «χρεωκοπημένη», ώστε να χρειάζεται ούτως ή άλλως κάποιο Μνημόνιο. Διότι σε μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού υπάρχει η βαθύτερη πεποίθηση ότι, επειδή ήμασταν λίγο ή πολύ «χρεωκοπημένοι», το Μνημόνιο είναι και «καλό πράγμα», ασχέτως εάν ήταν επί της ουσίας αναπόφευκτο ή όχι.

Επείγει λοιπόν η αποδόμηση και του τελευταίου, αλλά ουσιαστικότατου επιχειρήματος των μνημονιακών δυνάμεων περί δήθεν «χρεωκοπημένης» χώρας. Ουσιαστικότατου, επειδή είναι σύμφυτο με την εγγενή (και, για να πούμε την αλήθεια, όχι τελείως αδικαιολόγητη…) τάση του Νεοέλληνα για συλλογική αυτοϋποτίμηση.

Οδηγεί το μεγάλο χρέος σε χρεωκοπία;

Το επιχείρημα το ξέρουμε, το έχουμε χιλιοακούσει: Έχουμε τεράστιο χρέος και γι’ αυτό, λέει, είμαστε «χρεωκοπημένοι».

Το ότι ζούμε με αυτό το «τεράστιο χρέος» εδώ και 20 χρόνια χωρίς να χρεωκοπήσουμε δεν φάνηκε βέβαια να παραξενεύει κανέναν…

Οδηγείται όμως μια χώρα σε χρεωκοπία μόνο και μόνο λόγω του χρέους της; Μόνο και μόνο δηλαδή επειδή το χρέος της είναι «μεγάλο» και «δεν έχει να το ξεπληρώσει»;

Καμία σχέση! Και μόνον το ότι αναρωτιούνται διεθνή δημοσιεύματα αν μπορούμε να «ξεπληρώσουμε» το χρέος μας, δείχνει πόσο ύποπτη είναι η όλη μεθόδευση της επιχείρησης «χρεωκοπία της Ελλάδας».

Καμία ανεπτυγμένη χώρα δεν είναι αυτή τη στιγμή σε θέση να «ξεπληρώσει το χρέος της». Ακόμη και από τη Γερμανία αν ζητήσουν να πληρώσει το χρέος της, θα πτωχεύσει την άλλη στιγμή, για τον απλούστατο λόγο ότι το χρέος της, όπως και κάθε χώρας είναι υπερβολικά υψηλό για τα δεδομένα του ετήσιου προϋπολογισμού της. Διπλάσιο και βάλε!

Τι συμβαίνει λοιπόν και δεν πτωχεύουν τα κράτη; Πολυ απλά, κάθε χώρα ανανεώνει το χρέος της, αποπληρώνοντας τα παλιά ομόλογα και εκδίδοντας καινούργια.

Το ίδιο συμβαίνει και στις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Από οποιαδήποτε επιχείρηση κι αν ζητηθεί να «ξεπληρώσει το χρέος της», και από την υγιέστερη παγκοσμίως, θα καταρρεύσει την άλλη στιγμή.

Αυτό δηλαδή που συμβαίνει είναι ότι, στη διεθνή οικονομία, όλοι χρωστάνε σε όλους υπέρογκα ποσά που ποτέ δεν θα μπορούσαν να αποπληρώσουν αν τους ζητούνταν: Τα κράτη και οι επιχειρήσεις στις τράπεζες, οι τράπεζες η μία στην άλλη, και, τελικά, το σύνολο των τραπεζών στους καταθέτες τους, που αφήνουν τα χρήματά τους εκεί, και όχι στα σεντούκια τους, επειδή εμπιστεύονται ότι θα ξαναπάρουν τα λεφτά τους πίσω όποτε τα ζητήσουν. Η εμπιστοσύνη προς τους μεγάλους παγκόσμιους δανειολήπτες (κυρίως, κράτη και τράπεζες) είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για τη λειτουργία της παγκόσμιας οικονομίας.

Είναι ακριβώς αυτή η «δομική» εμπιστοσύνη που καθιστά τόσο εύκολο το δανεισμό των κρατών, ακόμη και, έως πρόσφατα, της «υπερχρεωμένης» Ελλάδας. Και είναι ακριβώς η μεθοδική αποδόμηση αυτής της εμπιστοσύνης, με τις κυβερνητικές δηλώσεις, τις άστοχες ενέργειες, τη μη έγκαιρη λήψη μέτρων, τη σκόπιμη διευκόλυνση της υποτιμητικής κερδοσκοπίας (σκάνδαλο Τ+10) και τα υπεράριθμα δημοσιεύματα στο διεθνή οικονομικό τύπο, που κατέστησε την Ελλάδα «αναξιόπιστη» σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τις εκλογές, ώστε να κλείσει η στρόφιγγα παροχής δανείων από τις διεθνείς αγορές.

Στην ουσία, όμως, το μόνο που χρειάζεται ένα κράτος για να μην χρεωκοπήσει, είναι, όχι να μπορεί να αποπληρώσει «το χρέος του» (πράγμα έτσι κι αλλιώς αδύνατον), αλλά το να μπορεί να πληρώνει τους τόκους του χρέους του. Το κεφάλαιο του χρέους δεν αποπληρώνεται ποτέ, ιδωμένο συνολικά, αλλά μόνον ανανεώνεται.

Μπορεί λοιπόν η Ελλάδα του «υπέρογκου χρέους» των 300 δις ευρώ να πληρώνει τους τόκους αυτού του χρέους;

Θα εκπλαγείτε αν μάθετε ότι το 2010 η Ελλάδα προβλέπει συνολική δαπάνη τόκων στον προϋπολογισμό ύψους μόνον 12,95 δις ευρώ, ή 5,30% του ΑΕΠ! Ποσό καθόλου υπέρογκο και απόλυτα εφικτό για την Ελλάδα, ακόμη και υπό συνθήκες βαθιάς ύφεσης.

Ακόμη και μετά το καταστροφικό για την οικονομία μας Μνημόνιο, το ποσοστό αυτό αναμένεται να φτάσει το 8,4%. Αρκετά υψηλό μεν, αλλά όχι τέτοιο που να μην αντέχεται με τίποτα.

Για να γίνει αντιληπτό πόσο εφικτή είναι η πληρωμή του 5,3% του ΑΕΠ σε τόκους από την Ελλάδα, ας συγκρίνουμε μόνον την ισχυρότερη οικονομία του πλανήτη, τις ΗΠΑ, που πληρώνουν το 2010 413,95 δις δολάρια σε τόκους ή 2,84% του ΑΕΠ τους, καθώς και την ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης, τη Γερμανία, που πληρώνει το 2010 36,81 δις ευρώ σε τόκους ή 2,23% του ΑΕΠ της. Τα νούμερα της Ελλάδας ναι μεν είναι δυσμενέστερα, αλλά σαφώς δεν είναι καταστροφικά! Σαφώς δεν είναι για χρεωκοπία!

«Δεν παράγουμε τίποτα»

Η άλλη χιλιοπαιγμένη ατάκα των καιρών είναι το περίφημο «δεν παράγουμε τίποτα».

Καταρχάς, πριν ξεχάσουμε αυτά που ξέρουμε, ας ορίσουμε τις έννοιες. Η κουβέντα «δεν παράγουμε τίποτε» είναι, από μόνη της, κενή νοήματος. Προφανώς και παράγουμε. Κάθε άνθρωπος που εργάζεται, παράγει μέρος του εθνικού προϊόντος, είτε πρόκειται για πρωτογενή παραγωγή, είτε για μεταποιητική-βιομηχανική, είτε για παροχή υπηρεσιών.

Αυτό που εννοούν όσοι λένε ότι «δεν παράγουμε τίποτα» είναι ότι δεν έχουμε ισχυρή μεταποιητική βιομηχανία.

Αυτό είναι, βέβαια, αλήθεια.

Όμως το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι αν έχουμε μεταποιητική βιομηχανία, αλλά πόση σχέση έχει η μη ύπαρξη ισχυρής μεταποιητικής βιομηχανίας με τη δυνατότητα πληρωμής των τόκων για το δημόσιο χρέος και ανανέωσης των ομολόγων μας.

Για να πληρώνονται οι τόκοι χρειάζονται φόροι και φόρους πληρώνει η ελληνική οικονομία ασχέτως αν αυτοί προέρχονται από οικονομία παροχής υπηρεσιών ή μεταποιητική οικονομία.

Βέβαια, για να τα πούμε όλα, αδύναμη εξαγωγική βιομηχανία σημαίνει αυξημένο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Αλλά αυτό είναι ένα φαινόμενο που δεν οδηγεί αναγκαστικά σε χρεωκοπία και που αντιμετωπίζεται με ενίσχυση όσων κλάδων της ελληνικής οικονομίας έχουν εξωστρεφή χαρακτηριστικά, όπως, πρώτα από όλα, στην περίπτωση της Ελλάδας, ο τουρισμός και η ναυτιλία. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών δηλαδή δεν οδηγεί παρά μόνον πολύ μακροπρόθεσμα σε χρεωκοπία, κι αυτό μόνον όταν δεν αντιμετωπιστεί καθόλου όσο θα αυξάνεται.

Όμως, πρόβλημα αυξανόμενου αρνητικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχουν ούτως ή άλλως όλες οι δυτικές οικονομίες (πλην Γερμανίας), που εξακολουθούν να αποβιομηχανίζονται προς όφελος οικονομιών με φθηνότερα εργατικά χέρια. Με την ίδια λογική που χρησιμοποιείται το επιχείρημα «δεν παράγουμε τίποτα» στην περίπτωση της Ελλάδας, θα έπρεπε όλος ο δυτικός κόσμος να οδεύει αυτή τη στιγμή προς χρεωκοπία.

Ακόμη λοιπόν και αν δεχτούμε ότι «δεν παράγουμε τίποτα», το φαινόμενο αυτό δεν έχει καμία σχέση με την υπόθεση «ελληνική χρεωκοπία».

Φόρους για να χρηματοδοτείται το χρέος παράγει, πολύ απλά, ακόμη και μια οικονομία παροχής υπηρεσιών!

Καθαρά τεχνητό το κλείσιμο των αγορών!

Φαίνεται λοιπόν ότι ούτε τα νούμερα, ούτε τα γεγονότα «βγαίνουν» για να θεωρηθεί η χώρα μας «χρεωκοπημένη» και να μην μπορεί να χρηματοδοτήσει την ομαλή δανειοδότησή της.

Δια της εις άτοπον απαγωγής καταλήγουμε στο προφανές συμπέρασμα ότι στο Μνημόνιο δεν οδηγηθήκαμε επειδή είμαστε, δήθεν, χρεωκοπημένοι, αλλά κατόπιν των «αφύσικα» καταστροφικών χειρισμών του ΓΑΠ.

Αν όμως η επιχείρηση «αναξιοπιστία της Ελλάδας» στηρίζεται μόνον στις καταστροφικές ενέργειες της κυβέρνησης ΓΑΠ και τα δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου, εύκολα προκύπτει ότι το κλείσιμο της στρόφιγγας των διεθνών αγορών προς την Ελλάδα προκλήθηκε με τρόπο απολύτως τεχνητό!

Εξίσου τεχνητά συντηρούνται σήμερα κλειστές οι αγορές, εξαιτίας κυρίως της πεποίθησης των αγορών ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει τελικά σε αναδιάρθρωση χρέους, πράγμα που θα σημαίνει ότι όσοι έχουν ελληνικά ομόλογα ότι θα χάσουν ένα μέρος των χρημάτων τους. Και κανένας δεν μπορεί να θέλει ελληνικά ομόλογα, όταν η συνεχιζόμενη διατήρηση της Lazard ως συμβούλου της κυβέρνησης ΓΑΠ «φωνάζει» σε όλους ότι η Ελλάδα πάει φουλ για αναδιάρθρωση.

Αντίστροφα, το άνοιγμα των αγορών είναι εξαιρετικά εύκολο να επιτευχθεί για την Ελλάδα, μόλις σταματήσει η τεχνητή πρόκληση αναξιοπιστίας στην ελληνική οικονομία.

Κι αν σήμερα είναι σε θέση να δανείζονται από τις αγορές χώρες, όπως η τριτοκοσμική Ουκρανία, που κάθε χειμώνα αναρωτιέται η Ευρώπη αν θα έχει να πληρώσει τη Ρωσία για το φυσικό της αέριο, καθώς και το κατεστραμμένο και βυθισμένο σε ατελείωτο εμφύλιο πόλεμο Ιράκ, πώς είναι δυνατόν να μην μπορεί να δανειστεί η Ελλάδα, μέλος της Ευρωζώνης;

Είναι λοιπόν περισσότερο από προφανές ότι το κλείσιμο των αγορών επήλθε με τεχνητό τρόπο, προϊόν πολιτικής απόφασης του κυρίου Παπανδρέου και των διεθνών πατρώνων του.

Όλα αυτά τα προφανή, τουλάχιστον για τον υπογράφοντα, που αναφέρονται στην ανάρτηση, καθιστούν εξαιρετικά ύποπτες δηλώσεις, όπως αυτές του κυρίου Γιούνκερ, που περιγράφουν την Ελλάδα ως μία οικονομία δήθεν καταδικασμένη στο Μνημόνιο, στη χρεωκοπία και δεν ξέρω κι εγώ σε τι άλλο.

Με ποια σκοπιμότητα όμως να πάρθηκε άραγε μια τέτοια εξωφρενική πολιτική απόφαση; Ε, ας αφήσουμε και κάτι για να συζητήσουμε στα σχόλια…
antinews



Τμήμα ειδήσεων elliniki-stratigiki

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θα παρακαλούσαμε να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας. Σχόλια τα οποία περιέχουν ύβρεις, θα αποκλείονται .
Ευχαριστούμε εκ των προτέρων για την κατανόησή σας.